Σχόλια
Εξαώροφα: Νέα δεδομένα απαιτούν επανεκτίμηση της κατάστασης
17/4/2024

Η "ΝΕΑ" δημοτική αρχή να προασπίσει το δημόσιο συμφέρον με περισσότερο ζήλο και μαχητικότητα από εκείνη του ιδιώτη, προς όφελος των συντριπτικά περισσότερων ψηφοφόρων που την ψήφισαν!

Μπάμπης Δαμουλιάνος Ευαγγελάτος
Όχι και εξαώροφα στα Βριλήσσια!
4/4/2024

Εύστοχο σχόλιο!

admin
Όχι και εξαώροφα στα Βριλήσσια!
1/4/2024

Είναι όντως μεγάλο το πρόβλημα. Θα έχετε παρατηρήσεις ότι πέρα από το θέμα του ύψους, στις καινούργιες πολυκατοικίες δεν υπάρχει σχεδόν καθόλου κήπος ή πράσινος περίβολος, ενώ για την εποχή μας αυτό θ

Χαρά Ροβίθη
Γεράσιμος Κακλαμάνης (1940 – 2003): Διαφωτιστικές αχτίδες φωτός στο προπαγανδιστικό σκότος
3/3/2024

Εξαιρετικό...

Εύα Χατζάκη
Αναφορά στο έργο του Γεράσιμου Κακλαμάνη (1940 – 2003)
2/1/2024

Σίγουρα έχουμε υποχρέωση να προωθούμε κείμενα ικανά να αφυπνίζουν τίς συνειδήσεις ατόμων μίας κοινωνίας, η οποία ζεί μέσα στό ψέμμα. Εάν μπορώ να βοηθήσω σε μία τέτοια προσπάθεια, θα το κάνω μετά χαρ

Ζέρβας Δημήτρης

Το Μακεδονικό Ζήτηµα και η πιθανότητα πτώσης της κυβέρνησης Τσίπρα εξαιτίας του

Νέο άρθρο του Olivier Delorme σε απόδοση Στ. Λάβδα

Στο κείµενο του αυτό, που αναρτήθηκε στο προσωπικό του blog στις 21 Ιανουαρίου και συµπληρώθηκε αργότερα, o Olivier Delorme επιχειρεί µια ιστορική αναδροµή στο Μακεδονικό ζήτηµα, εκφράζει την προσωπική του άποψη για το θέµα και αναρωτιέται αν το Μακεδονικό θα είναι ο καταλύτης για την πτώση της κυβέρνησης Τσίπρα. Υπενθυμίζουμε ότι ο Olivier Delorme είναι ιστορικός και συγγραφέας. Σπούδασε αρχαιολογία, δίδαξε ιστορία στην Ανώτατη Σχολή Πολιτικών Επιστηµών στο Παρίσι, για να ασχοληθεί τελικά αποκλειστικά µε τη συγγραφή. Γνωστότερο έργο του είναι η τρίτοµη "Ιστορία της Ελλάδας και των Βαλκανίων από τον 5ο αιώνα µέχρι σήµερα". Ζει στο Παρίσι και στη Νίσυρο και στην πατρίδα του θεωρείται γνώστης των ελληνικών ζητηµάτων. Στην ιστοσελίδα μας έχουν μεταφραστεί -σε πρωτότυπη μετάφραση / απόδοση του Σταύρου Λάβδα- και άλλα άρθρα του, αφού συνήθως η "εκ των έξω" ματιά του είναι εξαιρετική για τα ελληνικά ζητήματα. Χαρακτηριστικότερο µια ανάλυση για την σηµερινή κατάσταση στην Ελλάδα που επιγράφεται: "Το Τριπλό Ελληνικό Αδιέξοδο" και χωρίζεται σε τρία µέρη: 1. Το Οικονοµικό Αδιέξοδο. 2. Το Γεωπολιτικό Αδιέξοδο και 3. Το Πολιτικό Αδιέξοδο. Αναζητείστε την στη στήλη "άρθρα" της ιστοσελίδας μας. -------------------------------------------------------------------------------------------------- Αν θέλουµε να καταλάβουµε κάτι σχετικά µε το «Μακεδονικό Ζήτηµα» και να µην αρκεστούµε στις κοινοτοπίες που µεταδίδονται από τα κυρίαρχα ΜΜΕ της Δυτικής Ευρώπης, πρέπει πρώτα να λάβουµε υπόψη τις τρεις πραγµατικότητες που εκφράζει η ονοµασία «Μακεδονία»: 1- Ένα αρχαίο βασίλειο µε ελληνικό πολιτισµό και γλώσσα, του οποίου τα κέντρα εξουσίας βρίσκονταν στο έδαφος της σηµερινής Ελλάδας: η Πέλλα, η Βεργίνα (αρχαίες Αιγεές) και οι Φίλιπποι είναι σηµαντικότατοι αρχαιολογικοί χώροι, στα µουσεία των οποίων εκτίθεται υλικό που αποδεικνύει την εκτεταµένη χρήση ενός ήλιου µε δεκαέξι ακτίνες, τον οποίον η πρώην Γιουγκοσλαβική Δηµοκρατία της Μακεδονίας (πΓΔΜ) υιοθέτησε, κατά την ανεξαρτησία της µετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, ως σύµβολο που εµφανίζεται στη σηµαία της. 2- Μια γεωγραφική περιοχή, που ανήκε στην Βυζαντινή και µετέπειτα την Οθωµανική Αυτοκρατορία, όπου Σλάβοι και Τούρκοι που έφτασαν εκεί (τον έκτο και έβδοµο αιώνα οι πρώτοι, τον δέκατο τέταρτο οι δεύτεροι), αναµίχθηκαν µε τους πληθυσµούς που ήταν ήδη εγκατεστηµένοι στο χώρο-Έλληνες, Αλβανούς, Βλάχους. 3- Μια επικράτεια που, µετά τους Βαλκανικούς Πολέµους του 1912-1913, διαµοιράστηκε µεταξύ των εθνικών κρατών που γεννήθηκαν κατά τον δέκατο ένατο αιώνα - Ελλάδα (Μακεδονία του Αιγαίου), Βουλγαρία (Μακεδονία του Πιρίν), και Σερβία (Μακεδονία του Βαρδάρη) - και στην οποία έλαβαν χώρα ανταλλαγές πληθυσµών, εθελοντικές ή µη, για να διασφαλιστεί ότι καθεµιά από αυτές τις τρεις Μακεδονίες έχει µια σχετική "εθνική" οµοιογένεια. Στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα αναπτύσσεται ένα µακεδονικό εθνικό κίνηµα, που επικαλείται µια ξεχωριστή σλαβική ταυτότητα, άλλη από την βουλγαρική και τη σερβική, του οποίου τα µέλη (κοµιτατζήδες) χρησιµοποιούν την τροµοκρατία ενάντια στην Οθωµανική Αυτοκρατορία, αλλά και τον ελληνικό πληθυσµό και στη συνέχεια και ενάντια στα εθνικά κράτη της Σερβίας και της Βουλγαρίας, κατά τη διάρκεια του µεσοπολέµου. Ανάµεσα στα άλλα οι κοµιτατζήδες, ενεργώντας για λογαριασµό της κροατικής Ουστάσι, δολοφονούν τον βασιλιά Αλέξανδρο της Γιουγκοσλαβίας και τον Γάλλο υπουργό Εξωτερικών Μπαρτού στη Μασσαλία, τον Οκτώβριο του 1934. Η απαίτηση αναγνώρισης εθνικής ταυτότητας στηρίζεται στην ύπαρξη δικής τους γλώσσας, την οποία όµως πολλοί θεωρούν απλά σα µια διάλεκτο της βουλγαρικής (Βουλγαρικά σε Σερβική γραφοµηχανή λένε οι "κακοπροαίρετοι". Οι αντιπροσωπείες της πΓΔΜ στη Βουλγαρία περιλαµβάνουν πάντα ένα διερµηνέα, η µόνη χρησιµότητα του οποίου είναι η επιβεβαίωση της ύπαρξης µιας γλώσσας διαφορετικής από τη βουλγαρική, ενώ Βούλγαροι και Σκοπιανοί δεν έχουν κανένα πρόβληµα αλληλοκατανόησης). Το ζήτηµα περιπλέκεται ακόµη περισσότερο µετά τον Πρώτο Παγκόσµιο Πόλεµο, εξαιτίας της θέσης της Κοµουνιστικής Διεθνούς που, στη δεκαετία του 1920, θεωρεί ότι τα Βαλκάνια πρέπει να αναδιοργανωθούν σε µια οµοσπονδία, της οποίας η ενωµένη Μακεδονία θα είναι ένα από τα συστατικά µέρη - θέση που στην Ελλάδα, οδηγεί σε περιθωριοποίηση το Κοµουνιστικό Κόµµα (ΚΚΕ), θεωρούµενη ως ενάντια στα εθνικά συµφέροντα. Στη συνέχεια, η υπόθεση αποκτά και νέα τροπή, όταν πολλοί από τους 1,5 εκατοµµύριο Έλληνες που εκδιώχθηκαν από τη Μικρά Ασία το 1922-1923 εγκαθίστανται στη Μακεδονία του Αιγαίου και είναι απολύτως αδύνατο για τους πρόσφυγες από τον Πόντο, που γνώρισαν τις αδιανόητες ωµότητες µιας γενοκτονίας συγκρίσιµης µε την γενοκτονία των Αρµενίων, αλλά και όλους τους άλλους πρόσφυγες που έζησαν τη βίαιη εθνοκάθαρση που ασκήθηκε από τους Νεότουρκους, να αµφισβητείται η ελληνικότητα του καταφυγίου τους. Η αµφισβήτηση αυτή παραµένει αδιανόητη ακόµα και σήµερα για πολλούς, από τους απογόνους τους, κληρονόµους µιας µνήµης πάντα ζωντανής και επίπονης. Το ήδη περίπλοκο ζήτηµα δυσκολεύει ακόµα περισσότερο και νέες µνήµες προστίθενται στις παλιές µεταξύ των ετών, 1941-1944, όταν τµήµα της Μακεδονίας του Αιγαίου και η Θράκη προσαρτήθηκαν στη Βουλγαρία, σύµµαχο του Άξονα. Η Βουλγαρία άσκησε µια σκληρή και αδυσώπητη πολιτική εκσλαβισµού που ανάγκασε πολλούς Έλληνες να εγκαταλείψουν την περιοχή και να µετακινηθούν στη γερµανική ζώνη κατοχής, όπου κάποιοι πέθαναν από την πείνα κατά τη διάρκεια του χειµώνα του 1941-1942. Όμως η κατάσταση δεν είναι καθόλου απλούστερη και στο βορρά. Εκεί, αφού η Γιουγκοσλαβία καταλαµβάνεται και διαµελίζεται από τις χώρες του Άξονα, η Μακεδονία του Βαρδάρη, που είχε αφοµοιωθεί από τη Σερβία το 1912-13, προσαρτάται στη Βουλγαρία και βουλγαροποιείται µε τη βια, ενώ το τοπικό Κοµουνιστικό Κόµµα επιλέγει να υπαχθεί σε αυτό της Σόφιας - κάτι που εξοργίζει τον Τίτο, που ζητά και παίρνει από τη Μόσχα την επιστροφή του κόµµατος στην επιρροή του ... και την εκκαθάριση των στελεχών που πρόσκεινται στη Βουλγαρία. Ακόµα, µεταξύ των έξι οµόσπονδων δηµοκρατιών και των πέντε λαών της Γιουγκοσλαβίας του Τίτο µετά τον Δευτερο παγκόσµιο πόλεµο, περιλαµβάνεται η Δηµοκρατία της Μακεδονίας (Μακεδονία του Βαρδάρη, αποσπασµένη από τη Σερβία) και o µακεδονικός λαός. Ωστόσο, µε την αίγλη που του δίνει η θέση του επικεφαλής του ισχυρότερου κινήµατος αντίστασης της Ευρώπης, ο Τίτο θεωρεί ότι είναι ένας ηγέτης µε λόγο πέραν των θεµάτων της Γιουγκοσλαβίας. Έτσι, µε τον ανώτερο του στη Κοµιντέρν, το Βούλγαρο Ντιµιτρόφ, διαπραγµατεύεται τη µορφή που θα µπορούσε να λάβει η ιδέα της βαλκανικής οµοσπονδίας, µια ιδέα που είχε πέσει σε χειµέρια νάρκη τη δεκαετία του 1930. Για τον Τίτο, κάτι τέτοιο θα ήταν µια διευρυµένη Γιουγκοσλαβία και αυτός ο φυσικός ηγέτης της: στις έξι δηµοκρατίες θα προστεθούν η Αλβανία (η οποία βρίσκεται σε µεγάλο βαθµό υπό τον έλεγχο της Γιουγκοσλαβίας), η Βουλγαρία και η Ελλάδα. Όσον αφορά τη Μακεδονία, αυτή θα γίνονταν η ένατη συστατική οντότητα αυτής της οµοσπονδίας, όταν η Ελλάδα και η Βουλγαρία θα παραιτούνταν από το κοµµάτια που είχαν από την κατάτµηση του 1912-1913. Για τον Ντιµιτρόφ αντίθετα θα ήταν µια οµοσπονδία των υφιστάµενων κρατών στην οποία η Γιουγκοσλαβία θα είχε µία ψήφο (και όχι έξι όπως στο σχέδιο του Τίτο), όπως και η Βουλγαρία, η Αλβανία και η Ελλάδα. Οµως ο Στάλιν που, χωρίς να έχει αρχικά αντιταχθεί στο να ενσωµατώσει η Γιουγκοσλαβία την Αλβανία, θα σφυρίξει ξαφνικά τη λήξη του αγώνα, βρίσκοντας απαράδεκτο το γεγονός ότι µέσα από κάτι τέτοιο και πίσω από την πλάτη του ο Τίτο στόχευε σε µια περιφερειακή ηγεµονία, που το µόνο που θα µπορούσε να κάνει ήταν να αποδυναµώσει τον ηγετικό ρόλο της ΕΣΣΔ σε ένα σοβιετικό µπλοκ που βρίσκονταν σε διαδικασία οµογενοποίησης. Αυτός µάλιστα είναι ένας από τους βασικούς λόγους του αφορισµού της γιουγκοσλαβικής ηγεσίας. Τέλος, το Μακεδονικό ζήτηµα συµβάλλει σηµαντικά στην ήττα του ΚΚΕ στον εµφύλιο πόλεµο που ξεκίνησε το 1946 και στον οποίο ο ανεφοδιασµός εξαρτάτο περισσότερο από τον Τίτο παρά από τον Στάλιν (που ποτέ δεν εξέτασε σοβαρά να θέσει σε κίνδυνο το µοίρασµα της επιρροής στην περιοχή που διαπραγµατεύτηκε µε τον Τσόρτσιλ, τον Οκτώβριο του 1944). Υποχρεωµένο από τις περιστάσεις να προσχωρήσει στο σχέδιο του Τίτο για µια ενοποιηµένη Μακεδονία σε αντάλλαγµα της γιουγκοσλαβικής βοήθειας, το ΚΚΕ χάνει πολλούς από τους υποστηρικτές του του στην Ελλάδα, επειδή, αν και πολλοί µπορούν να µοιραστούν τους εγχώριους πολιτικούς του στόχους, υπάρχουν και πολλοί άλλοι που θεωρούν αυτή τη συµπόρευση ως προδοσία των θεµελιωδών εθνικών συµφερόντων της Ελλάδας. Το ΚΚΕ βλέπει λοιπόν, τη βάση του να περιορίζεται σταδιακά στους σλαβόφωνους Έλληνες, οι οποίοι έτσι βάζουν σε ακόµα µεγαλύτερο κίνδυνο τη θέση τους στη µετεµφυλιακή Ελλάδα. Τους προσάπτουν ήδη ότι επωφελήθηκαν από τη βουλγαρική κατοχή ή συνεργάστηκαν µε τις κατοχικές δυνάµεις, τώρα φαίνεται να παίζουν το παιχνίδι των κοµουνιστών στη διάλυση του ελληνικού κράτους. Πολλοί από αυτούς θα αναγκαστούν να διαφύγουν, αρχικά στη Βουλγαρία, τη Γιουγκοσλαβία ή την Αλβανία. Οι άλλοι θα παραµείνουν σε διαρκή επιτήρηση από το αντιδραστικό καθεστώς που εγκαθίσταται στην Ελλάδα, υπό αµερικανική κηδεµονία, σαν αποτέλεσµα του εµφυλίου πολέµου. Όσο για το εκλογικό σώµα στην ελληνική Μακεδονία, αυτό αλλάζει µαζικά και µόνιµα, εξαιτίας και του Μακεδονικού ζητήµατος και από την αριστερά ή τον προοδευτισµό του Βενιζέλου, του µεγάλου Έλληνα πολιτικού του πρώτου µισού του αιώνα, στρέφεται στη συντηρητική δεξιά. Στην τελευταία πράξη της τραγωδίας του ελληνικού εµφυλίου πολέµου, η Μόσχα ζητά από το ΚΚΕ να καταδικάσει τη γιουγκοσλαβική παρέκκλιση, το ΚΚΕ το κάνει και έτσι καταδικάζει µε τη σειρά του τον εαυτό του σε ασφυξία γιατί, διαλέγοντας την πίστη στο Στάλιν αντί για τον Τίτο, ο τελευταίος του κόβει την τροφοδοσία. Το µακεδονικό ζήτηµα λοιπόν είναι πολύπλευρο και διεγείρει τα πάθη. Έτσι, πολύ αργότερα, αντιµέτωπη µε τους Γιουγκοσλαβικούς πολέµους της απόσχισης, η Τιτοϊκή ηγεσία της Οµόσπονδης Δηµοκρατίας της Μακεδονίας δεν αποφασίζει την ανεξαρτητοποίηση από επιθυµία, άλλά από ανάγκη, όταν εξαντλήθηκαν οι ελπίδες επανασύστασης της Οµοσπονδίας. Κυρίως γιατί φοβάται ότι θα πρέπει να διαχειριστεί µια δηµοκρατία που ήταν η φτωχότερη της Γιουγκοσλαβίας, εντελώς περίκλειστη, χωρίς διέξοδο στη θάλασσα, κανένα σηµαντικό φυσικό πόρο, ούτε βιώσιµη οικονοµία. Επιπλέον, παντού στην περιοχή, η ανεξαρτησία αυτού του κράτους θέτει ακανθώδη ερωτήµατα. Η Σόφια έχει αναγνωρίσει το µακεδονικό κράτος, αλλά όχι τον µακεδονικό λαό, που θεωρεί ως µέρος του βουλγαρικού λαού. Και αν τα Τίρανα αναγνωρίζουν ένα µακεδονικό λαό, σλαβικής καταγωγής, πολλοί από τους ηγέτες της Αλβανίας πρεσβεύουν ότι το ανατολικό κοµµάτι της πΓΔΜ είναι προορισµένο να ενταχθεί στη Βουλγαρία, ενώ το δυτικό, στην πλειοψηφία του αλβανόφωνο, να γίνει ένα τρίτο αλβανικό κράτος, µμετά την Αλβανία και το Κοσσυφοπέδιο, ή ακόµα και να ενταχθεί σε µια Μεγάλη Αλβανία, συγκρίσιµη µε εκείνη που η φασιστική Ιταλία δηµιούργησε το 1941 και την οποία η Ναζιστική Γερµανία διατήρησε µέχρι το 1944. Τη µεγαλύτερη ανησυχία όµως η ανεξαρτησία αυτή την προκαλεί στην Αθήνα. Πρώτα από όλα, γιατί ξυπνά φαντάσµατα του παρελθόντος: τους Βαλκανικούς πολέµους και τον Παγκόσµιο Πόλεµο (1912-1918), τη Μεγάλη Καταστροφή της Μικράς Ασίας (1922-1923) την βουλγαροποίηση (1941-1944) και τον εµφύλιο πόλεµο (1946-1949). Στη συνέχεια, επειδή στο πλαίσιο των γιουγκοσλαβικών αποσχιστικών πολέµων, όπου πρωτεύοντα ρόλο παίζουν τα εθνικά πάθη και ο αλυτρωτισµός, η αποκλειστική χρήση του ονόµατος της Μακεδονίας, µιας περιοχής διαιρεµένης σε τρία εθνικά κράτη και το έµβληµα του ήλιου της Βεργίνας που συνδέεται µε µια Ελληνική δυναστεία, της οποίας οι κυριότερες πόλεις βρίσκονται σήµερα σε ελληνικά εδάφη, κάνουν τους Έλληνες να υποπτεύονται έναν λανθάνοντα αλυτρωτισµό, υποψία που ενισχύεται από κάποιο πολύ διφορούµενα άρθρα του συντάγµατος του νέου κράτους. Επίσης, ποτέ οι κοµιτατζήδες δεν είχαν εγκαταλείψει την αξίωση η Θεσσαλονίκη να είναι η πρωτεύουσα του Μακεδονίας και µετά την ανεξαρτησία το 1991, το κύριο κόµµα της αντιπολίτευσης των Σκοπίων ισχυρίζεται ότι αποδέχεται την κληρονοµιά αυτή και παίρνει το όνοµα του ιστορικού κόµµατος των Μακεδόνων τροµοκρατών, του VMRO, που είχε ιδρυθεί έναν αιώνα νωρίτερα, το 1893. Οι ευρωπαίοι εταίροι της Ελλάδας που αγνοούν ή θέλουν να αγνοούν αυτή την κατάσταση και οι οικονοµικές πιέσεις και εκβιασµοί της ΕΕ, όλο και περισσότερο ωθούν τον συντηρητικό Έλληνα Πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, που ανέβηκε στην εξουσία µε ιδιαίτερη δυσκολία (µετά από τρεις εκλογικές αναµετρήσεις σε ένα έτος και µόνο µε δύο έδρες πλειοψηφία), να αναγνωρίσει άνευ όρων το νέο κράτος. Η κατάσταση που διαµορφώνεται οδηγεί τον νεαρό υπουργό Εξωτερικών, Αντώνη Σαµαρά, να παραιτηθεί τον Απρίλιο του 1992, να εγκαταλείψει το συντηρητικό κόµµα της Νέας Δηµοκρατίας (ΝΔ) και να ιδρύσει ένα νέο κόµµα την «Πολιτική Άνοιξη» µε αδιάλλακτη γραµµή όσον αφορά το Σκοπιανό. Ως εκ τούτου, η κυβέρνηση Μητσοτάκη µένει µε δεµένα χέρια - µέχρι να αναγκαστεί, αφού πρώτα αποδεχτεί την εισδοχή του νέου κράτος στον ΟΗΕ( άρα και στο ΔΝΤ και τη Παγκόσµια τράπεζα) µε το όνοµα πρώην Γιουγκοσλαβική Δηµοκρατία της Μακεδονίας και χωρίς να αναρτηθεί η σηµαία του να προσφύγει σε νέες εκλογές, όταν οι βουλευτές που ακολούθησαν τον Σαµαρά απέσυραν την στήριξή τους. Το θέµα λοιπόν της πΓΔΜ ρίχνει την κυβέρνηση της Αθήνας και ο Μητσοτάκης χάνει τις εκλογές του Οκτωβρίου του 1993 ( ο Σαµαράς παίρνει 4,88% των ψήφων και 10 βουλευτές) από το ΠΑΣΟΚ, που κατάλαβε ότι η αδιαλλαξία σε σχέση µε τα Σκόπια είναι ο καλύτερος δρόµος για την επιστροφή του στην εξουσία που είχε χάσει το 1989, µετά τα µεγάλα σκάνδαλα. Το ΠΑΣΟΚ λοιπόν συµµετέχει ενεργά στη κινητοποίηση της κοινωνίας, δίπλα-δίπλα µε την Εκκλησία, που εκδηλώνεται µε µαζικές διαµαρτυρίες στη Θεσσαλονίκη, την Αθήνα και σε ολόκληρη τη χώρα και πετυχαίνει στις εκλογές το δεύτερο καλύτερο αποτέλεσµα στην ιστορία του (46.88% και 170 έδρες στις 300). Ο Ανδρέας Παπανδρέου ξαναγίνεται πρωθυπουργός, και τον Νοέµβριο, η Ελλάδα αποσύρεται από τις διαπραγµατεύσεις υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, και στη συνέχεια αποφασίζει να κλείσει τα σύνορά της (16 Φεβρουαρίου 1994), αν και η Θεσσαλονίκη είναι ζωτικός οικονοµικός πνεύµονας του νέου κράτους. Παράλληλα, στα Σκόπια, το VMRO κατηγορεί την κυβέρνηση των Σοσιαλδηµοκρατών ότι προδίδει τα θεµελιώδη συµφέροντα του έθνους, όταν ξαναρχίζει τις διαπραγµατεύσεις µε την Αθήνα υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, υπό την ισχυρή πίεση των ΗΠΑ και τον σκληρής πραγµατικότητας: καθώς ο ελληνικός αποκλεισµός επιδεινώνει την καταστροφική οικονοµική κατάσταση που είχε προκληθεί από το διεθνές εµπάργκο κατά της Σερβίας και του Μαυροβουνίου (1992) και τις ροές των προσφύγων από το Κοσσυφοπέδιο και τη Βοσνία. Το κατά κεφαλή εισόδηµα, που ήταν στα 2.200 δολάρια το 1990, πέφτει στα 700 δολάρια το 1996 ενώ το 40% του εργατικού δυναµικού είναι άνεργο. Ο συµβιβασµός που επιτεύχθηκε µεταξύ Αθήνας και Σκοπίων το Νοέµβριο του 1994 προβλέπει τη σύναψη διπλωµατικών σχέσεων µεταξύ των δύο πρωτευουσών, την επίσηµη επιβεβαίωση του απαραβίαστου των συνόρων, την ελεύθερη κυκλοφορία των εµπορευµάτων και των ανθρώπων (άρα, άρση του αποκλεισµού), την εγκατάλειψη του ήλιου της Βεργίνας ως σηµαίας του νέου κράτους και τη δέσµευση της Ελλάδας να µην αντιταχθεί στην είσοδό της χώρας στους διεθνείς οργανισµούς στους οποίους η Ελλάδα είναι µέλος. Επιπλέον, διευκρινίζεται ότι τα επίµαχα άρθρα του Σκοπιανού Συντάγµατος, δεν νοούνται ως «βάση για οποιαδήποτε απαίτηση» από τα Σκόπια «σε σχέση µε οποιοδήποτε έδαφος που βρίσκεται εκτός των συνόρων τους και ότι δεν µπορούν ποτέ να θεωρηθούν ως λόγοι παρεµβολής στις εσωτερικές υποθέσεις άλλου κράτους µε σκοπό την προστασία των δικαιωµάτων προσώπων που διαµένουν σε άλλα κράτη». Τέλος, η Αθήνα και τα Σκόπια συµφωνούν να διαπραγµατευθούν µια ονοµασία του νέου κράτους που θα είναι αποδεκτή από όλους, µια διαπραγµάτευση που βρίσκεται σε νεκρό σηµείο εδώ και είκοσι τρία χρόνια, ενώ στο µεσοδιάστηµα η Ελλάδα καθίσταται ο τρίτος σηµαντικότερος εµπορικός εταίρος της πΓΔΜ και ο µεγαλύτερος ξένος επενδυτής στη χώρα. Στα επόµενα χρόνια, στη πΓΔΜ αυξάνεται η ένταση ανάµεσα στη σλαβική πλειοψηφία και την αλβανική µειονότητα (εξαιτίας των λαθών στην απογραφή, ένα θέµα µε πολύ υψηλό πολιτικό διακύβευµα- οι εκτιµήσεις του µεγέθους των δύο κοινοτήτων οδηγούν σε ατελείωτες διαµάχες). Στις αρχές της δεκαετίας του 2000 οι εντάσεις αυτές οδηγούν τη χώρα στο χείλος της έκρηξης υπό την πίεση των όπλων του Στρατού για την Εθνική Απελευθέρωση της Μακεδονίας (παρακλάδι ταυ UÇK) που θέλει να επαναλάβει το επιτυχηµένο πραξικόπηµα στο Κοσσυφοπέδιο. Αλλά, η παρέµβαση των Ηνωµένων Πολιτειών και των ευρωπαϊκών κρατών, που εγγυώνται την ενότητα της πΓΔΜ, µετατρέπει τη χώρα σε κράτος υπό κηδεµονία, ένα οιονεί προτεκτοράτο. Η οικονοµία, σε µεγάλο βαθµό µαφιόζικη, δεν βελτιώνεται, και το πολιτικό σύστηµα µαστίζεται από εκτεταµένες πελατειακές σχέσεις που στερούν το κράτος από κάθε αποτελεσµατικότητα. Επιπλέον, κάθε εναλλαγή στην εξουσία του VMRO και της Σοσιαλδηµοκρατικής Συµµαχίας της πΓΔΜ (SDSM), των κυρίαρχων κοµµάτων της σλαβικής κοινότητας- της οποίας την πλειοψηφική θέση απειλεί ο δηµογραφικός δυναµισµός των αλβανοφώνων- µεταφράζεται και σε µια νέα συµφωνία µε κάποιο αλβανικό κόµµα, απαραίτητο εταίρο για τη δηµιουργία κυβερνώσας πλειοψηφίας. Οι συνασπισµοί αυτοί οδηγούν σε πολιτικές µε αυξηµένα εθνοτικά χαρακτηριστικά τόσο στη γενική πολιτική, όσο και στην εκπαίδευση, τη διοίκηση, κλπ, έτσι ώστε η πΓΔΜ να µοιάζει όλο και περισσότερο σαν ένα δικοινοτικό κράτος, η διατήρηση της ενότητας του οποίου γίνεται όλο και πιο προβληµατική. Επίσης, αν και οι κυβερνήσεις SDSM παραµένουν προσεκτικές όσον αφορά συµπεριφορές που θα µπορούσαν να οδηγήσουν σε κατηγορίες προώθησης του αλυτρωτισµού, το VMRO (1998-2002 και 2006-2016) υιοθετεί µια πολύ διαφορετική στάση. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στην περίπτωση του Νίκολα Γκρουέφσκι, πρωθυπουργού στο διάστηµα 2006-2016, οι πρόγονοι του οποίου ζούσαν στην Ελλάδα και κατέφυγαν στη Γιουγκοσλαβία κατά τη διάρκεια του εµφυλίου και ο οποίος εκτός από την επιβολή µιας τυραννικής εξουσίας ( στραγγαλισµός των ΜΜΕ και τη δικαιοσύνης, παραβίαση των δικαιωµάτων της αντιπολίτευσης, πίεση και εκφοβισµός των ΜΚΟ, αλλαγή του εκλογικού νόµου ...), είναι ο εµπνευστής της παράλογης επιθυµίας αρπαγής από µια Σλάβο-αλβανική χώρα, της «µνήµης» του αρχαίου Μακεδονικού Βασιλείου του ελληνικού πολιτισµού, µια πραγµατική κόκκινη γραµµή για τους περισσότερους Έλληνες. Το άγαλµα του έφιππου Μεγάλου Αλεξάνδρου στην κορυφή µιας στήλης από µπετόν, στα πλαίσια του µεγαλοµανούς, κιτς και εξωφρενικού κόστους σχεδίου «Σκόπια 2014» είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικό αυτής της µόνιµης πρόκλησης, Το νέο αεροδρόµιο των Σκοπίων ονοµάζεται "Μέγας Αλέξανδρος", όπως και ο αυτοκινητόδροµος Σκοπίων - Θεσσαλονίκης, ενώ στο ανακαινισµένο στάδιο της πρωτεύουσας δίνεται το όνοµα του Φιλίππου του Β '. Σε µια επίδειξη χωρίς φραγµό γελοιότητας, ο Γκρουέφσκι υποδέχεται µε µεγάλη λαµπρότητα τον Πρίγκιπα Ghazanfar Ali Khan, επικεφαλής της φυλής Hunza του Πακιστάν (κόκκινοι Καλάς) που υποστηρίζουν ότι είναι απόγονοι των στρατιωτών του Αλεξάνδρου και την ίδια χρονιά, το 2008, ο ίδιος καταθέτει στεφάνι στο µνηµείο του Goce Delčev, ενός από τους ιδρυτές του VMRO, µνηµείο διακοσµηµένο για την περίσταση µε έναν χάρτη της Μακεδονίας που συµπεριλαµβάνει τη Θεσσαλονίκη και τη Μακεδονία της Ελλάδας και της Βουλγαρίας. Αυτές οι αµέτρητες προκλήσεις οδηγούν την Αθήνα τον Απρίλιο του 2008 και παρά τις δεσµεύσεις της ενδιάµεσης συµφωνίας να εµποδίσει την ένταξη της πΓΔΜ στο ΝΑΤΟ. Σε απάντηση ο Γκρουέφσκι απευθύνει τον Ιούλιο, στον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, µια επιστολή ζητώντας του να δεσµευτεί προσωπικά ώστε να γίνουν σεβαστά τα δικαιώµατα γλώσσας και έκφρασης µιας δήθεν «µακεδονικής µειονότητας» στην Ελλάδα. To αίτηµα κρίνεται απαράδεκτο (η ΕΕ δεν έχει αρµοδιότητα στο θέµα αυτό) και η απόρριψη συνοδεύεται από µια υπενθύµιση ότι οι σχέσεις καλής γειτονίας συγκαταλέγονται στις προϋποθέσεις για ενδεχόµενη ένταξη. Τα Σκόπια προσφεύγουν επίσης στο Διεθνές Δικαστήριο για το ελληνικό βέτο. Στην απόφασή του (5 Δεκεµβρίου 2011), το Δικαστήριο θα απορρίψει την επιχειρηµατολογία της επιστολής στην Επιτροπή, δεδοµένου ότι εκφράστηκε µετά το βέτο, αλλά θα πάρει και µια ιδιαίτερα αµφιλεγόµενη θέση κρίνοντας ότι τα εγχειρίδια που χρησιµοποιούνται στην ΠΓΔΜ- τα οποία προωθούν κραυγαλέα τον αλυτρωτισµό- δεν αποτελούν εχθρική πράξη που να δικαιολογεί το βέτο. Και θα καταλήξει στο συµπέρασµα ότι η Ελλάδα "παραβίασε την υποχρέωσή της να µην αντιταχθεί στην αποδοχή" της πΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, ενώ απορρίπτει ταυτόχρονα το αίτηµα αποζηµίωσης. Επιπλέον, οι προκλήσεις του Γκρουέφσκι δεν εξοργίζουν µονό τους Έλληνες. Οδηγούν επίσης τη Σόφια να καταστήσει σαφές ότι η υποστήριξή της για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση δεν είναι άνευ όρων και ότι η Βουλγαρία θα µπορούσε ακόµη και... να προσχωρήσει στη θέση της Αθήνας στο ζήτηµα του ονόµατος. Αυτό που έκανε η Σερβία το 2009, αφού τα Σκόπια, υπό την πίεση της δικής τους Αλβανικής µειονότητας, αναγνώρισαν την ανεξαρτησία του Κοσσυφοπεδίου. Η δεκαετία Γκρουέφσκι είναι µια δεκαετία έντασης, µε κατάληξη µια σοβαρή και βίαιη εσωτερική κρίση, αφού το VMRO, αν και κερδίζει µε µικρή διαφορά τις εκλογές του Δεκεµβρίου του 2016, δεν µπορεί να σχηµατίσει κυβερνητική πλειοψηφία, αλλά αρνείται να εγκαταλείψει την εξουσία. Θα χρειαστούν περισσότεροι από πέντε µήνες και ισχυρές πιέσεις των ΗΠΑ και της Ευρώπης µέχρι που ο ηγέτης του SDSM Ζόραν Ζάεφ να µπορέσει να σχηµατίσει κυβέρνηση στις 31 Μαίου του 2017 (62 βουλευτές σε σύνολο 120). Η νέα κυβέρνηση φαίνεται έτοιµη να αλλάξει γραµµή: τώρα µιλάνε στα Σκόπια για ενδεχόµενη µετονοµασία µνηµείων, δρόµων και κτίριων και απόσυρση των αγαλµάτων, τα οποία θεωρούνται ως εκδήλωση της επιθυµίας του Σλάβο-αλβανικού κράτους να οικειοποιηθεί ένα παρελθόν που ανήκει στον ελληνικό πολιτισµό. Εάν µπει τέλος και στην κυκλοφορία χαρτών ή σχολικών βιβλίων που προωθούν έναν περισσότερο ή λιγότερο προφανή αλυτρωτισµό, µόνο να καλωσορίσουµε θα µπορούσαµε µια τέτοια την εξέλιξη. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η θέση του Έλληνα Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος παρουσιάζεται έτοιµος να επωφεληθεί από αυτή την ευκαιρία για να βρεθεί µια οριστική λύση στο θέµα της ονοµασίας (και της αλλαγής άρθρων του Συντάγµατος;) µπορεί να φαίνεται δικαιολογηµένη - χωρίς αυτό να υπονοεί οποιαδήποτε συναίνεση στην καταστροφική πολιτική υποταγής στις εύρω-γερµανικές απαιτήσεις. Ας µην ξεχνάµε ότι το Ελληνικό Κοινοβούλιο έπρεπε να αποδεχθεί στις αρχές του 2018, µέσα σε λίγες µέρες, µια ακόµη "ενδιάµεση συµφωνία" 1531 σελίδων, σύµφωνα µε ένα τελετουργικό που κρατάει από το 2010 και αποτελεί άρνηση των θεµελιωδών αρχών της κοινοβουλευτικής δηµοκρατίας, καθώς οι βουλευτές δεν θα µπορούσαν ούτε σοβαρά να µελετήσουν ούτε να τροποποιήσουν τις εκατοντάδες των µέτρων που περιέχονται στο έγγραφο αυτό. Ωστόσο, δεν είναι το γεωστρατηγικό συµφέρον της Αθήνας σήµερα να έχει τις καλύτερες δυνατές σχέσεις µε τα Σκόπια; Ακόµα και από τον ενδεχόµενο αλυτρωτισµό µιας φτωχής χώρας 2,1 εκατ. κατοίκων, η πραγµατική γεωστρατηγική πρόκληση για την Ελλάδα των 10,75 εκατ. κατοίκων δεν είναι αυτή που επιβάλλεται από µια Τουρκία 79,5 εκατ. κατοίκων, µε ένα στρατό τέσσερις µε πέντε φορές ισχυρότερο από τον δικό της και της οποίας η ισλαµιστική κυβέρνηση (που χρηµατοδοτείται σε µεγάλο βαθµό από την ΕΕ στο πλαίσιο της προενταξιακής συµφωνίας και του µεταναστευτικού) γίνεται όλο και περισσότερο απρόβλεπτη, ανεξέλεγκτη και επιθετική, όπως δείχνουν τα πρόσφατα περιστατικά στα χωρικά ύδατα των Δωδεκανήσων, κοντά στα νησάκια των Ίµίων; Ποιος, αν όχι ο Ερντογάν, αµφισβητεί τα σύνορα στην περιοχή, κάνοντας εδώ και ένα ένα χρόνο λόγο για τις παραλείψεις της Συνθήκης της Λωζάνης (1923) που τα καθαρίζει; Ποιό κράτος αν όχι η Τουρκία, εκτός από την Σαουδική Αραβία και το Κατάρ, εργάζεται από το 1990 για να µετατρέψει σε αυστηρά ισλαµικές τις µουσουλµανικές κοινότητες των Βαλκανίων (Βοσνία, Κόσοβο, Αλβανία, πΓΔΜ, Βουλγαρία, Ελλάδα ) παραδοσιακά προσκολληµένες σε ένα ανεκτικό Ισλάµ; Η ίδια η Τουρκία που συνεχίζει να ενισχύσει τη στρατιωτική συνεργασία της µε την Αλβανία και την οικονοµική παρουσία της σε αυτή τη χώρα, όπως και στο Κόσοβο και της οποίας η όλο και πιο προβληµατική νεο-οθωµανική πολιτική θα ευνοηθεί ακόµα περισσότερο από µια ενδεχόµενη διάλυση της πΓΔΜ; Επίσης, εάν το όνοµα «Δηµοκρατία της Μακεδονίας» φαίνεται δικαιολογηµένα απαράδεκτο για την Ελλάδα, δεδοµένου ότι µπορεί να σηµαίνει ότι ολόκληρη η Μακεδονία ανήκει σε αυτή τη Δηµοκρατία ή ότι όλα τα τµήµατα του γεωγραφικού χώρου που είναι γνωστός σαν Μακεδονία έχουν σκοπό να γίνουν µέρος της, δεν ισχύει το ίδιο για τα ονόµατα που, εδώ και πολύ καιρό, είναι στο τραπέζι - Βόρεια Μακεδονία, Μακεδονία του Βαρδάρη, Μακεδονία-Σκόπια ... (οι Αλβανόφωνοι, που πέτυχαν την αναγνώριση της αλβανικής ως δεύτερης επίσηµης γλώσσας της πΓΔΜ βέβαια, δεν µπορούν να δεχτούν το "Σλαβοµακεδονία") - που δείχνουν ότι η λέξη Μακεδονία χρησιµοποιείται µε τη γεωγραφική της έννοια και ότι η Δηµοκρατία αυτή δεν ισχυρίζεται ότι είναι η µοναδική Μακεδονία. Φυσικά, µια συµφωνία που άρει το ελληνικό βέτο στην ένταξη της πΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ θα στερούσε την Ελλάδα από ένα µέσο πίεσης προς στα Σκόπια στο µέλλον. Ωστόσο, ο κυβερνητικός συνασπισµός των Σκοπίων είναι αδύναµος (49 έδρες για το SDSM και τα άλλα σλαβικά κόµµατα, 13 για τα κόµµατα των αλβανόφωνων που µετέχουν στο συνασπισµό, ενώ στην αντιπολίτευση το VMRO έχει 51 έδρες και 7 άλλα µικρότερα κόµµατα) και κάθε αλλαγή άρθρων του Συντάγµατος φαίνεται απίθανη. Οσον αφορά την κοινή γνώµη αυτή εµφανίζεται στις δηµοσκοπήσεις εχθρική-µε µεγάλη πλειοψηφία- σε κάθε άλλο όνοµα από το “Δηµοκρατία της Μακεδονίας”. Υπάρχει συνεπώς ο φόβος ότι το VMRO που θα επανέλθει στην εξουσία νωρίτερα ή αργότερα, θα επωφεληθεί από την άρση του ελληνικού βέτο χωρίς να σεβαστεί ταυτόχρονα τη συµφωνία του προκατόχου του. Είναι ένας κίνδυνος. Το ερώτηµα για κάθε κυβέρνηση είναι να επιλέξει µεταξύ των κινδύνων. Αποµένει το εσωτερικό ελληνικό θέµα και αυτό είναι κάτι καθόλου απλό. Στη δεκαετία του 1990, η λαϊκή κινητοποίηση γιγαντώθηκε σταδιακά - για να φτάσει να συγκεντρώσει ένα εκατοµµύριο διαδηλωτές σε µια χώρα δέκα εκατοµµυρίων κατοίκων. Σύµφωνα µε τα διαθέσιµα ως τώρα στοιχεία εκατό έως τετρακόσιες χιλιάδες άνθρωποι διαδήλωσαν αυτή την Κυριακή, 21 Ιανουαρίου στη Θεσσαλονίκη. Ο αριθµός αυτός είναι σηµαντικός, επειδή αυτό το συλλαλητήριο είναι το πρώτο σε µια σειρά κινητοποιήσεων που µόλις ξεκίνησε (ένα άλλο σχεδιάζεται στην Αθήνα) και επειδή ήταν µια κινητοποίηση ενάντια στην έναρξη των διαπραγµατεύσεων, όχι ενάντια στο αποτέλεσµα τους. Σε µια χώρα που υπέστη τα πάνδεινα για σχεδόν δέκα χρόνια από την ευρω- γερµανική πολιτική, τα κοινωνικά κινήµατα δεν έχουν σταµατήσει, αλλά δεν συγκλίνουν, δεν συσσωρεύονται. Παντού στην Ελλάδα, η δυσαρέσκεια κατά της κυβέρνησης είναι προφανής- µείγµα πικρίας για το γεγονός ότι εξαπατήθηκαν, και ταπείνωσης από τον τρόπο που αντιµετωπίστηκε η Ελλάδα από την ΕΕ και από τα δυτικά µέσα ενηµέρωσης. Επίσης θυµός, αφού βλέπουν να πωλούνται οι υποδοµές και η δηµόσια κληρονοµιά, σε αλλοδαπούς αγοραστές. Στην πραγµατικότητα, µετά από τα µεγάλες κοινητοποιήσεις του 2010-2011, η προδοσία από τον Τσίπρα του αποτελέσµατος του δηµοψηφίσµατος, που ο ίδιος προκάλεσε το καλοκαίρι του 2015 και η πεποίθηση ότι στο ευρωπαϊκό πλαίσιο καµία εναλλαγή των πολιτικών δυνάµεων στην εξουσία δεν µπορεί να οδηγήσει σε µια διαφορετική πολιτική, η χώρα έχει βυθιστεί σε µια βαθιά κατάθλιψη µε συµπτώµατα κώφωση, απάθεια και αίσθηµα αδυναµίας. Εποµένως, το ζήτηµα σήµερα δεν είναι τόσο το θέµα της ορθότητας της θέσης του Τσίπρα σε σχέση µε την πΓΔΜ όσο της σύµπηξης σε µια πατριωτική βάση, µέσω του µακεδονικού ζητήµατος και των παθών που αυτό διεγείρει, όλης της δυσαρέσκειας που η κυβέρνηση έχει συγκεντρώσει εναντίον της εξαιτίας των πολιτικών της από το καλοκαίρι του 2015 (σύµφωνα µε τις δηµοσκοπήσεις, ο ΣΥΡΙΖΑ δυσκολεύεται να συγκεντρώσει περισσότερους από έναν στους πέντε ψηφοφόρους που σκοπεύουν να ψηφίσουν). Εδώ µπορούµε να επιχειρήσουµε ένα παραλληλισµό µε την τύχη της κυβέρνησης Μητσοτάκη το 1992-1993: εάν, από το 1990, η σκληρή φιλελεύθερη πολιτική της δεν είχε περιθωριοποιήσει µεγάλα τµήµατα της κοινωνίας, η κινητοποίηση του Μακεδονικού Ζητήµατος, που εκµεταλλεύτηκε τότε το ΠΑΣΟΚ, δεν θα είχε πάρει το µέγεθος που πήρε. Η άλλη οµοιότητα µεταξύ εκείνης και της παρούσας κρίσης είναι η πολύ µικρή κυβερνητική πλειοψηφία: Τότε ήταν δύο έδρες. Τώρα οι εκλογές του Σεπτεµβρίου του 2015 έδωσαν 145 έδρες στο Σύριζα και 10 στους συµµάχους του από το χώρο της πατριωτικής δεξιάς τους Ανεξάρτητους Έλληνες (ΑΝΕΛ), σε σύνολο 300. Το 1993, ο Μητσοτάκης έπεσε από το Μακεδονικό ζήτηµα, εξαιτίας της αποµάκρυνσης του πρώην υπουργού Εξωτερικών Σαµαρά. Και ο Τσίπρας δεν µπορεί να παραµείνει στην εξουσία χωρίς τη βοήθεια των ΑΝΕΛ. Αλλά αυτό το µικρό κίνηµα προτάσσει µια ορθόδοξη ταυτότητα και την αποφασιστικότητά του να υπερασπιστεί τον Ελληνισµό - εποµένως αδιαλλαξία στο Μακεδονικό ζήτηµα. Προς το παρόν, ο αρχηγός των ΑΝΕΛ και υπουργός Άµυνας Πάνος Καµµένος έχει πολλαπλασιάσει τις αντιφατικές δηλώσεις του, προτείνοντας ως ονοµασία της ΠΓΔΜ το όνοµα «Vardarska» (από τον ποταµό Βαρδάρη, Αξιό στα Ελληνικά) προφανώς µη αποδεκτή από τα Σκόπια, ενώ ταυτόχρονα καθησυχάζει τον υπουργό Εξωτερικών, λέγοντας του ότι τον εµπιστεύεται. Αλλά στις 21 Ιανουαρίου, τρεις βουλευτές των Ανεξάρτητων Ελλήνων και ο αντιπρόεδρος του κινήµατος συµµετέχουν στο συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης, το σύνθηµα του οποίου ήταν η άρνηση χρήσης της λέξης” Μακεδονία” στο οριστικό όνοµα της πΓΔΜ. Από την άλλη πλευρά, οι δηµοσκοπήσεις δείχνουν ότι στις επόµενες εκλογές οι ΑΝΕΛ µάλλον δεν θα αποκτήσουν κοινοβουλευτική εκπροσώπηση: µπορεί εποµένως να µπουν στον πειρασµό να κρατήσουν τις βουλευτικές τους έδρες µέχρι το τέλος της κοινοβουλευτικής περιόδου (2019). Εξάλλου, αφού εγκατέλειψαν την ΝΔ αρνούµενοι τα ευρω-γερµανικά µνηµόνια, τα αποδέχτηκαν όταν ήρθαν στην εξουσία µε το Σύριζα. Αλλά σίγουρα θα αποκοπούν εντελώς από ότι έχει αποµείνει από µια εκλογική βάση που τους ψήφισε στην βάση της υπεράσπισης των συµφερόντων του Ελληνισµού. Δεν πρέπει τέλος να αποκλειστει η περίπτωση, λόγω της σταδιακής εφαρµογής των µέτρων που επέβαλε στην Ελλάδα η ευρω- γερµανική εποπτεία και τα οποία αναµένεται να επιδεινώσουν την κατάσταση ακόµα περισσότερο από την 1η Ιανουαρίου 2019 και µετά, ο Τσίπρας να προτιµά να πέσει πριν. Ισως εκτιµά ότι επιταχύνοντας τις εκλογές (η θητεία της Βουλής λήγει το Σεπτέµβριο του 2019)- αντί να περιµένει την επιδείνωση της κατάστασης που θα του στερήσει κάποια ποσοστά- ο ΣΥΡΙΖΑ θα µπορούσε να διατηρήσει αρκετές έδρες ώστε να καταστεί ως ένα από τα απαραίτητα συστατικά µέρη µιας κυβέρνησης "εθνικής ενότητας" -ενός «µεγάλου Συνασπισµού» που, στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, γίνεται το κυρίαρχο πρότυπο και του οποίου την επανασύσταση στη Γερµανία έχει ευχηθεί ο ίδιος ο Τσίπρας. Γιατί η αποχή, που θα φτάσει αναµφισβήτητα σε µεγάλα ύψη, άγνωστα ως τώρα για την Ελλάδα, µε τη βοήθεια του αναλογικού εκλογικού συστήµατος και της αδυναµίας της Δεξιάς, το κύριο επιχείρηµα της οποίας είναι ότι θα συνεννοείται καλύτερα µε το Βερολίνο. ενέχει τον κίνδυνο να στερήσει από τη ΝΔ την απόλυτη πλειοψηφία, (στις δηµοσκοπήσεις παίρνει περίπου 30%) Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν µπορεί να αντιπολιτευτεί την κυβέρνηση για το Μακεδονικό ζήτηµα, αφού η θέση του Τσίπρα σήµερα είναι σχεδόν ίδια µε αυτή του πατέρα του Κυριάκου το 1993, ούτε µπορεί να συµφωνήσει µε τον Τσίπρα, χωρίς να αµφισβητηθεί, όπως ο πατέρας του πριν είκοσι πέντε χρόνια, από αριθµό µελών και ψηφοφόρων του κόµµατός του. Έτσι, στη διαδήλωση της 21 Ιανουαρίου στη Θεσσαλονίκης, ήταν παρόντες όλοι οι βουλευτές της ΝΔ στην περιοχή, πρώτα και κύρια οι εκπρόσωποι της Καραµανλικής πτέρυγας, της οποίας λίκνο είναι οι Σέρρες (ένας από τους επτά νοµούς της περιφέρειας της Κεντρικής Μακεδονίας). Πρωθυπουργός από το 1955 έως το 1963 και στη συνέχεια από το 1974 έως το1980, όπου διαχειρίστηκε τη µετάβαση στη δηµοκρατία µετά την κατάρρευση της στρατιωτικής δικτατορίας, ο Κωνσταντίνος Καραµανλής διηγείτο ότι γεννήθηκε Οθωµανός υπήκοος, και ότι θυµόταν από τα παιδικά του χρόνια πως ο πατέρας του έκρυβε οπλισµό που προορίζονταν για τους Έλληνες µαχητές εναντίον των Τούρκων και των κοµιτατζήδων. Πρόεδρος της Δηµοκρατίας από το 1980 έως το 1985 και από το 1990 έως το 1995, απέφυγε να παράσχει οποιαδήποτε στήριξη στον πατέρα του Μητσοτάκη το 1992-1993. Αυτή τη 21η Ιανουαρίου, ο Αχιλλέας, αδελφός και υπουργός του «Μεγάλου» Καραµανλή και ο Κωνσταντίνος, ο ανιψιός του, που ήταν επίσης πρωθυπουργός το διάστηµα 2004-2009, εναπόθεσαν λουλούδια στο άγαλµα του αδελφού και θείου, που βρίσκεται κοντά σε αυτό του Μεγάλου Αλέξανδρου. Όσο για το Σαµαρά, αυτός αναρωτιέται πλέον, πολύ ωµά, ποια είναι η θέση του Κυριάκου Μητσοτάκη, του οποίου η δήλωση το βράδυ της 21ης Ιανουαρίου, αν και εξέφρασε το σεβασµό του στη µεγάλη λαϊκή κινητοποίηση, αντανακλούσε κυρίως µια βαθιά αµηχανία. Τέλος, το συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης είχε την υποστήριξη του τοπικού Μητροπολίτη Άνθιµου, ηγέτη του πιο αντιδραστικού µέρους του κλήρου, που αντιτίθεται σε οποιεσδήποτε παραχωρήσεις προς τα Σκόπια, ακολουθώντας την παράδοση των αρχιεπισκόπων Αθηνών Σεραφείµ (1974-1998) και Χριστόδουλου (1998-2008). Ενώ ο Ιερώνυµος ο Β’, διάδοχος του Χριστόδουλου που εξελέγη το 2008, απέφυγε οποιαδήποτε εχθρική δήλωση προς την κυβέρνηση από το 2015, θέλοντας να σπάσει τη γραµµή της συµµετοχής της Εκκλησίας στο πολιτικό πεδίο, µιας Εκκλησίας η οποία, στην Ελλάδα και συγκεκριµένα στη Μακεδονία, θεωρεί τον εαυτό της ως θεµατοφύλακα των συµφερόντων του Ελληνισµού. Είναι το συλλαλητήριο της 21ης Ιανουαρίου µια φούσκα και µόνο; Ή µήπως η αναζωπύρωση του µακεδονικού ζητήµατος στο πατριωτικό πεδίο χρησιµεύει ως καταλύτης για µια αλυσιδωτή αντίδραση που δεν θα µπορούσε να ξεκινήσει από το κοινωνικό πεδίο; Θα οδηγήσει σε αλλαγή του πολιτικού σκηνικού; Είναι πολύ νωρίς για να το πούµε, αλλά όταν η κατάσταση είναι τόσο µπερδεµένη και αδιέξοδη σαν αυτή που δηµιούργησε στην Ελλάδα η ευρω-γερµανική πολιτική, συχνά οι αλλαγές έρχονται από απρόσµενες κατευθύνσεις. Πηγή: http://www.olivier-delorme.com/odblog/index.php Απόδοση: Σταύρος Λάβδας

ΣΧΕΤΙΚΑ: Άρθρα
ΣΧΟΛΙΑ
Πείτε μας τη γνώμη σας
Τα σχόλια δημοσιεύονται άμεσα και είναι αποκλειστική ευθύνη του συντάκτη του σχολίου. Οι διαχειριστές της παρούσας ιστοσελίδας διατηρούν το δικαίωμα διαγραφής των σχολίων εκείνων που έχουν διαφημιστικούς σκοπούς, κρίνονται ως ρατσιστικά ή προσβάλλουν πρόσωπα.
Τοιχο-διωκτικά

Έρχονται όλα κάποτε μαζεμένα. Πού να πας τότε; Πού να κρυφτείς; Τι την έκανες την ανεπανάληπτη ζωή σου;

Τάσος Λειβαδίτης - Καντάτα , Κέδρος 1960
Ημερολόγιο Δράσεων και Εκδηλώσεων

Δεν υπάρχουν προγραμματισμένες Δράσεις για τις επόμενες ημέρες...

Newsletter