Συμβαίνουν στην πόλη μας
της Λήδας Παπαγεωργίου
Σε βρήκα εξαντλημένο στην παλιά σκοροφαγωμένη πολυθρόνα. Υπνωτισμένος μπροστά στο μαγικό κουτί μ' ένα χαμόγελο από δεύτερο χέρι, έφτυνες λέξεις μαζί με τα λιγοστά σπόρια που κρατούσες. Οι ύαινες μέσα απ' το γυαλί βίαζαν κατ' εξακολούθηση το μυαλό σου κι εσύ, βυθισμένος στη λατρεμένη σου πολυθρόνα φάνταζες στα μάτια μου όλο και πιο μικρός. Ήρθα κοντά σου. Σε ταρακούνησα. Έψαξα να βρώ στο βλέμμα σου τα κοφτερά λεπίδια που θυμόμουν. Τη φωτιά που ποτέ δεν έσβηνε. Την ανησυχία που δε σε εγκατέλειπε ούτε στον ύπνο. Δεν βρήκα τίποτα. Μόνο αυτό το ηλίθιο χαμόγελο από δεύτερο χέρι, παρέμενε στη θέση του. Ένα κομμάτι κρέας πεταμένο στη σκοροφαγωμένη πολυθρόνα. Άρπαξα το τηλεκοντρόλ απ' το χέρι σου ουρλιάζοντας. "Για όλους τους ποιητές που αγαπήσαμε ρε" και στόχευσα τα ρυπαρά μιάσματα που σε συντρόφευαν. Γυαλιά εκσφενδονίστηκαν παντού. Αλλά εσύ, είχες μικρύνει πια τόσο πολύ, που σχεδόν σε είχε καταπιεί η πολυθρόνα-ερωμένη. Έκλεισα την πόρτα πίσω μου. Στον παρακάτω δρόμο μια πορεία. Συνθήματα. Καθώς τους ακολουθώ ασυναίσθητα ακουμπώ το χέρι μου και πιάνω το σφυγμό μου. Ζώ. Λήδα Παπαγεωργίου
ΣΧΟΛΙΑ