Συμβαίνουν στην πόλη μας
του Χρήστου Ι. Βατούσιου
Περπατούσαμε ξυπόλυτοι, ώρες πάνω στην ακρογιαλιά, με τα μπατζάκια σηκωμένα μέχρι τα γόνατα, κι έναν Ήλιο, θεό της νιότης, να σπαράζει στραφταλίζοντας τα μέσα μας, γεννώντας το θαύμα. Αμίλητος, ως συνήθως, προχωρούσε σκυφτός, και κάθε τόσο σήκωνε το κεφάλι, χαμογελούσε κι έκανε το σταυρό του. Δεν τολμούσα να μιλήσω, ούτε να ρωτήσω, τι είδους ευχαριστία και σε ποιον, η απρόσμενη χαρά. Μόνο συνέχισα τη σιωπή μας, μη και διαταράξω, αυτή την ιερή καταβύθιση εντός του. Αργότερα, σαν τον χάσαμε, βρήκαμε στο σπίτι του, κουτιά από παπούτσια, γεμάτα βότσαλα και κοχύλια, τόσα που δεν ξέραμε τι να τα κάνουμε. Δεν γνώριζα, δεν μου είχε μιλήσει ποτέ. Κι ούτε ως σήμερα, μπορώ να καταλάβω, τι να 'ναι τούτη η παράξενη κληρονομιά. ΠΊΝΑΚΑΣ: Ουμβέρτος Αργυρός. Βάρκες σε λιμάνι. Μύκονος. ΧΡΉΣΤΟΣ Ι. ΒΑΤΟΎΣΙΟΣ
Μπάμπης Δαμουλιάνος Ευαγγελάτος
...Είναι τα τμαλφή του, τα ΔΙΚΑ του τιμαλφή!