Συμβαίνουν στην πόλη μας
1/1/1934 - 8/9/2000
Οφείλω να ομολογήσω πως δυσκολεύτηκα να γράψω γι’ αυτόν τον άνθρωπο, καθότι δεν μπορεί κανείς εύκολα να κατατάξει σε κάποιο είδος, την προκλητική ειρωνεία και αυθαιρεσία που ο ραφαηλίδικος συγγραφικός τρόπος τα κάνει απολαυστικό «γνωστικό ταξίδι». Συγγραφέα, δεν τον λες, το αποκλείει και ο ίδιος. Λογοτέχνη, δύσκολο, άσε που το αποκλείει ο ίδιος. Κριτικό κινηματογράφου, αδύνατον, άλλωστε το αποκλείει ο ίδιος. Ιστορικό, με τίποτα, παρ’ ότι έχουμε τα ιστορικής αποκλίσεως έργα του, ενώ είναι γνωστό πως το αποκλείει ο ίδιος. Δημοσιογράφο... άσε καλύτερα… Μαρξιστή φιλόσοφο, δεν τον λες, καθόσον μαζί με τον Μάρξ, ξεπετάγονται στις σελίδες των βιβλίων του πλήθος αντιμαρξιστών και μαρξιζόντων. Με βγάζει από την δύσκολη θέση ο ίδιος αυτοσαρκαζόμενος στα κείμενά του γύρω απ’ το «αντικείμενό» του. Μόνο έτσι σκάρωσα αυτό το είδος βιογραφικού που να μπορεί να αποδώσει με λίγα λόγια κάποια απ’ τα χαρακτηριστικά αυτού του αιρετικού διανοούμενου, που η κύρια ειδικότητά του ήταν η ανυπαρξία ειδικότητας ή μάλλον του επαγγελματία... αναγνώστη, όπως του άρεσε να αυτοπροσδιορίζεται, που, «χρησιμοποίησε το σινεμά ως σημείο αναφοράς των πάντων για να γλιτώσει εγκαίρως από την αποβλακωτική κινηματογραφοφιλία». Ας τον …ακούσουμε: « …Οι ειδικοί έχουν καταντήσει αχθοφόροι που κουβαλούν εφ’ όρου ζωής το ίδιο φορτίο, κάτι σαν γάιδαροι που τους φορτώνουν συνέχεια ξύλα, εάν τους αλλάξεις φορτίο π.χ. πέτρες, στυλώνουν τα ποδάρια και δεν κουνάνε ρούπι. Βέβαια έχω και εγώ μια πολύ ενδιαφέρουσα και ευχάριστη ειδικότητα, υποτίθεται πως είμαι «ειδικός» στην κινηματογραφική αισθητική, παρ’ όλο που πιστεύω πως όποιος ξέρει μόνο κινηματογράφο δεν ξέρει ούτε κινηματογράφο. Διότι ο «πούρους κινηματογράφικους» ανήκει στη συνομοταξία όλων των άλλων δυστυχισμένων «πούρων», που έγιναν «πούροι» ίσα ίσα για να βρουν μια δουλειά και να γίνουν ενδεχομένως καθηγητές στο πανεπιστήμιο. Και σε ένα έσχατο στάδιο κατάπτωσης να καταντήσουν ίσως και …ακαδημαϊκοί!» Ο Ραφαηλίδης είναι ιδιαίτερα απολαυστικός όταν αυτοκρινόμενος προσπαθεί να αποδείξει πως δεν υπάρχει αντικειμενική άποψη για κάθε τι ιστορικό, δηλαδή για ότι έχει γίνει και είναι ήδη γεγονός μαζί και η ζωή κάποιου νυν συχωρεμένου: « …Τα ιστορικά μου κείμενα απέχουν έτη φωτός από τα κείμενα ενός ειδικού στην Ιστορία και αυτό γίνεται εύκολα νοητό στον κάθε νοήμονα. Διότι στην επιστήμη της Ιστορίας δεν έχει θέση ούτε το προκλητικό χιούμορ, ούτε πολύ περισσότερο η αδιάκοπη «αυτοκαταστροφή» του ιστορήματος με συνειρμικά εμβόλιμα από άλλες …ιστορίες. Θέλω να δείξω πως ότι γράφω δεν είναι τίποτα περισσότερο από ερεθίσματα που θα μπορούσε να πάρει ο οποιοσδήποτε νεοέλληνας που θα διάβαζε ιστορία, όταν είναι πλήρως και ολοκληρωτικά …προκατειλημμένος. Εννοώ, τοποθετημένος σε μια συγκεκριμένη «θέση», που του επιτρέπει να βλέπει τα πράγματα από μια συγκεκριμένη «γωνία όρασης» και συνεπώς να τα «φωτίζει» με το φως που πέφτει μόνο από αυτή τη γωνία. Ένας άλλος θα διάλεγε μια άλλη γωνία - και αυτό είναι δικαίωμά του. Αυτό που δεν θα μπορούσε να είναι δικαίωμά του είναι ο άκρως πονηρός ισχυρισμός, πως η δική του γωνία του επιτρέπει «αντικειμενική» θέα της Ιστορίας. Ε, λοιπόν, αντικειμενική Ιστορία ούτε υπήρξε ποτέ, ούτε θα ήταν δυνατό να υπάρξει. Για τον απλό λόγο πως ο ιστορικός ή ο αναγνώστης της Ιστορίας, είναι ένα υποκείμενο που έρχεται αντιμέτωπο με ένα αντικείμενο (το βεβαιωμένο ιστορικό γεγονός) και το φορτίζει με σημασίες που δεν τις έχει το ίδιο. Άρα τις σημασίες τις προσθέτουν στα γεγονότα και στα αντικείμενα οι άνθρωποι, όταν αποκαθιστούν μαζί τους μια διαλεκτική σχέση, που σημαίνει σχέση που δημιουργείται από τη σύγκρουση του αντικείμενου με το υποκείμενο. Τα νοήματα σ’ αυτά τα προσθέτει πάντα ο νοήμων άνθρωπος, στο μέτρο των νοητικών του δυνατοτήτων, της γενικότερης παιδείας του, της ευαισθησίας του της ταξικής του τοποθέτησης και άλλων πολλών παραμέτρων …» Άντε τώρα να γράψω «αντικειμενικά» για τον Ραφαηλίδη και να μπω στη μέση της σύγκρουσης του αντικειμενικού με το υποκειμενικό του. Σίγουρα θα συνθλιβώ, κάτι που δεν απέχει από την γελοιοποίηση, μια κατάσταση που μέσα της είναι μπλεγμένοι πλήθος ειδικοί κριτικοί και όσοι άλλοι επιδιώκουν να έχουν λόγο, χωρίς λόγο, και για κάποιον άλλο λόγο. Καταφεύγω λοιπόν σε Ραφαηλίδικη συγγραφική μεθοδολογία για να μη βρω τον μπελά μου, κυρίως από τον ίδιο τον πάντα επικίνδυνο Ραφαηλίδη, - αν και πεθαμένος βγάζει βιβλία με το ψευδώνυμο «Κληρονόμοι Βασίλη Ραφαηλίδη» - που όπως είναι εκεί ψηλά αν αρχίσει να ξεχέζει εμένα, θα την πληρώσουν και άλλοι. Γι’ αυτό δηλώνω, πως τα λίγα αυτά που διαβάζετε σε αυτό το τύπου βιογραφικό κείμενο είναι εντελώς υποκειμενικά. Επίσης, οφείλω να ομολογήσω πως στα κείμενα του βρήκα σπάνιες γνωστικές πηγές και μια μέθοδο γραφής, που έκφρασαν τον υπαρξιακά συγχυσμένο, αμέθοδο και διχασμένο προσωπικώς και επαγγελματικώς, αναγνωστικό, συγγραφικό και οικοδομικό μου βίο…, που επιπλέον, τον διεύρυναν τόσο, που να χωρά τους παντελώς αντίθετους, Ραφαηλίδη και Καζαντζίδη, και όχι φυσικά για τα ελληνικότατα σε –ίδη ονόματά τους. Ο Ραφαηλίδης υπήρξε μέγιστος θαυμαστής του Άλφρεντ Χίτσκοκ, αφιέρωσε κάμποσες σελίδες στο σινεμά του μαιτρ του τρόμου και δεν μπόρεσε να κρύψει την έμμονη ιδέα του θανάτου που τον διακατείχε. Δεν υπάρχει κείμενό του που έμμεσα ή άμεσα να μην παίζει με το θάνατο. Γράφει ο φίλος και εκδότης του Γιάννης Σολδάτος των Εκδόσεων Αιγόκερος: « …Ο κύριος Χίτσκοκ έχει πολλά κοινά σημεία με το Ραφαηλίδη. Κατ’ αρχήν φυσιογνωμικά έχουν περίπου το ίδιο σουλούπι. Μιλάνε και οι δύο για το θάνατο και ψάχνουν να τον βρουν πίσω από κάθε αντι-κείμενο τους. Σκαρώνουν ατελείωτες φάρσες μαζί του και μαζί σας, γι’ αυτό και τώρα προσέξτε την κάθε αράδα που θα διαβάζετε. Ο χιτσκοκικός Ραφαηλίδης σας έχει στημένες πολλές παγίδες γι’ αυτό πάρτε μαζί σας και τη χιτσκοκική ειρωνεία, θα σας χρειαστεί για να περάσετε καλά με το θάνατο…» Ο Ραφαηλίδης πάντως πέρασε στο θάνατο φυσικότατα, μιας και θεωρούσε το θάνατο «φυσική κατάσταση». Ήταν κάτι που το προσπαθούσε με μεταφυσική προσήλωση, σαν να πήγαινε επίσκεψη σε έναν πολύ γνωστό του. Γράφει περί αυτού άλλος φίλος του, ο Θόδωρος Αγγελόπουλος: «…Σ’ ένα αυτοκίνητο που κατέβαινε την Κηφισίας, πήρα το μήνυμα ότι ήταν στην εντατική. Τον πρόλαβα να ανασαίνει. - Πόσο; Ρώτησα το γιατρό. - Ώρες. Το πρόσωπό του ήταν χλωμό, αλλά η έκφραση ίδια: αγέρωχη και παράξενα τρυφερή. Ένας ζεστός άνεμος φυσούσε στο νεκροταφείο έξω από την Πάτρα, όπου τελικά τον έθαψαν. Την ώρα που έκλειναν το φέρετρο για να τον κατεβάσουν, ένα κόκκινο γαρίφαλο ξέφυγε από τ’ άλλα λουλούδια, πέρασε απ’ τα μάτια του κι έμεινε στο πλάι. Το φέρετρο κατέβηκε στο χώμα μ’ ένα γαρίφαλο που έφεγγε στο πρόσωπό του. ‘Για κοίτα’, σκέφτηκα εκείνη τη στιγμή, ‘ο Βασίλης φεύγει μ’ ένα γαρίφαλο στ’ αυτί’. Και χαμογέλασα …». Χαμογέλασα και εγώ όταν το διάβασα, και ξαναχαμογελάω τώρα που το αντιγράφω, ξαναχαμογελάω με τα παράδοξα του συγγραφικού παιχνιδιού που φέρνουν εμβόλιμα το περιστατικό της κηδείας μέσα σε αυτό το κείμενο και ενώ έχει πεθάνει και ο Αγγελόπουλος. Με το θάνατο λοιπόν σίγουρο νικητή των πάντων, ειδικά για τον πεθαμένο Βασίλη Ραφαηλίδη, βάζω (και στον υπότιτλο) πρώτα πότε πέθανε και μετά πότε γεννήθηκε, έτσι προς τιμήν της απάτης της αιώνιας ζωής και μνήμης που δεν υπάρχει, και εις υγείαν του αιώνιου θανάτου που υπάρχει, και που σίγουρα είναι και δικός μας. Πέθανε 8/9/ 2000 στα Εξάρχεια και γεννήθηκε 1/1/1934 στα Σέρβια Κοζάνης. Το 1943 σε ηλικία 9 ετών ακολούθησε στο βουνό τους αντάρτες γονείς του που του στοίχισε διώξεις και εξορίες. Το 1953 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα σπούδασε κινηματογράφο και δούλεψε σαν βοηθός του Ν. Κούνδουρου και του Ρ. Μανθούλη. Το 1963 γύρισε δύο ταινίες μικρού μήκους, την ίδια χρονιά εμφανίστηκε σαν κριτικός κινηματογράφου. Το 1964-65 βρέθηκε στην Αλγερία κοντά στον Μιχάλη Ράπτη -Πάμπλο - στο πλευρό της Αλγερινής επανάστασης κατά της Γαλλικής αποικιοκρατίας. Συμμετείχε ως συνιδρυτής των περιοδικών Ελληνικός κινηματογράφος και Σύγχρονος κινηματογράφος. Εργάσθηκε σαν κινηματογραφικός κριτικός ρεπόρτερ και επιφυλλιδογράφος στο ΒΗΜΑ (1974-1983) και στο Έθνος (1983-1998). Έγραψε γύρω στα 30 βιβλία, ενώ οι εκδ. ΑΙΓΟΚΕΡΩΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ το 2003 επανατύπωσαν το σύνολο των κριτικών του σε τρείς τόμους με τίτλο: Λεξικό Ταινιών, με κριτικές του Βασίλη Ραφαηλίδη. (*) Το παρόν κείμενο αναρτήθηκε για πρώτη φορά στην ιστοσελίδα μας 6/9/2015 Γιάννης Τσίχλας
Mπάμπης Δαμουλιάνος Ευαγγελάτος
Δεν έχω διαβάσει καλύτερη παρουσίαση για τον μεγάλο αυτόν νεοέλληνα, από τούτη του φίλου της "Δράση για μια άλλη Πόλη", Γιάννη Τσίχλα!